ἐσσήν

ἐσσήν
ἐσσήν (A), ῆνος, ,
A priest of Artemis of Ephesus, in pl., SIG352.6 (iv B. C.), 363.10 (iii B.C.), Paus.8.13.1.
II king,

θεῶν ἐ. Call.Jov. 66

;

Μυρμιδόνων ἐ. Id.Aet.1.1.23

(expld. as,=οἰκιστής by Hdn.Gr.2.923) : prop. king bee (i. e. queen bee), acc. to EM383.31. (ἑσσήν in Call.Aet.1.1.23 (Pap.), perh. because of supposed connexion with ἑσμός, ἕσσαι, or ἡσσάω.)
------------------------------------
ἐσσήν (B), ῆνος, , transliteration of Hebr.
A [hudot ]ōšen, worn by Jewish priests, J.AJ3.7.5,3.8.9, where it is said to mean λόγιον, by which word it is rendered in LXXEx.28.15.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • εσσήν — ἐσσήν, ῆνος, ὁ (ΑΜ) (κατά το Ετυμολογικόν Μέγα) ο βασιλιάς τών μελισσών αρχ. 1. πληθ. οἱ ἐσσῆνες οι ιερείς τής Αρτέμιδος στην Έφεσο 2. ο βασιλιάς, ανώτατος άρχων 3. μτφ. (κατά τον Ηρωδιαν.) οικιστής 4. ύφασμα για τα ενδύματα τών Ιουδαίων ιερέων.… …   Dictionary of Greek

  • σειρήνα — η / σειρήν, ῆνος, ΝΑ, και σιρήνα Α 1. μυθ. στον πληθ. οι σειρήνες μυθικές θηλυκές θεότητες που εικονίζονται με ανθρώπινο κεφάλι και σώμα αρπακτικού πτηνού και οι οποίες ήταν εγκατεστημένες στην είσοδο τού πορθμού τής Σικελίας και με τη γλυκιά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”